Το ωμοφόριο είναι άμφιο του επισκόπου της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Είναι διακριτικό του βαθμού του και, σε περίπτωση που καθαιρεθεί ένας επίσκοπος, το ωμοφόριο είναι αυτό που του αφαιρείται. Είναι πλατιά λωρίδα υφάσματος. Φοριέται πάνω στους ώμους (εξ ου και ωμοφόριο, ώμος+φέρω)[1]. Υπάρχουν δύο είδη, το μεγάλο και το μικρό. Το μεγάλο είναι πιο μεγαλοπρεπές και το φορά ο επίσκοπος στη Θεία Λειτουργία μέχρι την ανάγνωση του Αποστόλου. Κατά την ανάγνωση του Ευαγγελίου δεν φορά ωμοφόριο, σε ένδειξη σεβασμού, καθώς με το Ευαγγέλιο μιλά ο ίδιος ο Χριστός. Από τον Χερουβικό Ύμνο και μετά φοράει το μικρό. Το συγκεκριμένο έιναι από μεταξωτό ύφασμα, μεταλλικά νήματα και βελούδο. Έχει τεχνική από ραφές στη ραπτομηχανή και επίραπτα διακοσμητικά. Φέρει ένθετος διάκοσμος (πόλοι): α) στις δύο άκρες από δύο λωρίδες (στενή και πλατιά) από μαύρο βελούδο με χρυσό κέντημα, πούλιες και χρυσό σιρίτι · φυτικός διάκοσμος και από μία λύρα· β) σε κάθε πλευρά από ένα άνθος με σταυρό στο κέντρο του· σχηματίζεται από μαύρο βελούδο, με χρυσό κέντημα, πούλιες και χρυσό σιρίτι · φυτικός διάκοσμος· γ) στη μέση σταυρός και φυτικός διάκοσμος· μαύρο βελούδο με χρυσό κέντημα, πούλιες και χρυσό σιρίτι. Κίτρινο σιρίτι με χρυσό φυτικό και γεωμετρικό διάκοσμο σε όλο το ωμοφόριο· στις δύο άκρες κρόσια από χρυσή κλωστή. ένα σιδερένιο κουμπί με επικάλυψη από πλαστικό, χωρίς κανένα διάκοσμο, και αντίστοιχη θηλιά.